Αρχική Χάρτης Πλοήγησης Αναζήτηση
 

 
Με το αδιέξοδο που σημειώθηκε στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής για τις δημοσιονομικές προοπτικές της περιόδου 2007-2013, η Ευρωπαϊκή Ένωση εισέρχεται σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο. Δυστυχώς επιβεβαιώνεται και με τρόπο μάλιστα ηχηρό ότι το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, μπαίνει σε μια περίοδο ανοικτής κρίσης προσανατολισμού, στρατηγικής και ταυτότητας. Σίγουρα στην 50χρονη ιστορία της η Ευρώπη πέρασε από αρκετές κρίσεις, που όμως κατάφερε να τις ξεπεράσει και να προχωρήσει μπροστά. Φοβούμαι, ωστόσο, ότι η κατάσταση σήμερα είναι πιο σύνθετη, πιο πολύπλοκη και σαφώς πιο δύσκολη. Το βέβαιο είναι πως αυτή η κρίση που ξέσπασε με αφορμή τα δημοσιονομικά, δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία». Αρκετές φορές κρίσιμες παράμετροι αυτής της κρίσης «κρύφτηκαν κάτω από το χαλί», παρ’ όλο ότι όλοι – και κυρίως οι Ευρωπαίοι ηγέτες- έβλεπαν το τι συνέβαινε. Δεν νομίζω ότι μπορεί εύκολα να λησμονήσει κανείς το γεγονός ότι πριν περίπου δύο χρόνια η Ευρώπη βίωσε τον μεγαλύτερο διχασμό της ιστορίας της, με αφορμή τότε τον πόλεμο στο Ιράκ. Βρέθηκε μεν μια ισορροπία, η οποία όμως και εύθραυστη φαίνεται ότι ήταν και ο τότε διχασμός άφησε ανεξίτηλα τα ίχνη του. Ο τρόπος που χειρίστηκαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες το θέμα των Δημοσιονομικών προοπτικών της Ε.Ε., αλλά και της διαδικασίας του Ευρωσυντάγματος στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, δημιουργούν σοβαρά κενά πολιτικού προσανατολισμού και στρατηγικής του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Μετά το «ΟΧΙ» των Γάλλων και των Ολλανδών ετέθησαν επί τάπητος όλα τα πιθανά ερωτήματα για το μέλλον της Ευρώπης. Ωστόσο οι οι πολιτικές ηγεσίες έδειξαν, πως για την ώρα τουλάχιστον, δεν μπορούν να αντιδράσουν αποτελεσματικά και γι’ αυτό έδωσαν μια περίοδο «περισυλλογής» για το Ευρωσύνταγμα, που στην ουσία είναι μια περίοδος περισυλλογής, αναζήτησης και δημιουργίας νέων συμμαχιών και συσχετισμών για το που πάει η Ευρώπη. Όμως αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι οι πολίτες, οι προοδευτικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις σ’ όλη την Ευρώπη, να «μην κλειστούν στο καβούκι τους» και να αφήσουν την συζήτηση και την αναζήτηση για την νέα πορεία της Ευρώπης στους «τεχνοκράτες» ή τους ακραίους, που είτε επιζητούν μια ανεξέλεκτη οικονομία της αγοράς, χωρίς πολιτική ενοποίηση, είτε κραυγάζουν για αποχώρηση από την Ευρώπη. Οι πολίτες, οι προοδευτικές δυνάμεις, από τώρα πρέπει να δώσουν την δική τους απάντηση στη κρίση που έχει εισέλθει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οφείλουν να πρωταγωνιστήσουν, ώστε οι λύσεις που αργά ή γρήγορα, μέσα από συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις θα δοθούν, να είναι στην κατεύθυνση της κοινωνικής αλληλεγγύης, στην πάταξη της ανεργίας, στην οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη και στην σταθεροποίηση του κοινωνικού κράτους. Πιστεύω πως αυτά είναι τα μείζονα θέματα που απασχολούν όλους τους Ευρωπαίους πολίτες και όχι μόνο κάποιοι αλγόριθμοι ή σενάρια γύρω από τα ποσά που θα διατεθούν για τα Διαρθρωτικά Ταμεία. Δυστυχώς σε αυτή την κρίσιμη για την Ευρώπη φάση, σε αυτή την κρίσιμη για τις Ευρωπαϊκές κοινωνίες συγκυρία, η Ελλάδα –χώρα που πίστεψε και πάλαιψε για την Ευρωπαϊκή ενοποίηση και την συνοχή- είναι άφωνη και άβουλη. Ο Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών, ήταν ένας παθητικός παρατηρητής των σκληρών διαπραγματεύσεων που έκαναν τα υπόλοιπα κράτη – μέλη. Όχι μόνο δεν διεκδίκησε και δεν διαπραγματεύτηκε, όπως έπραξαν άλλες χώρες του λεγόμενου Ευρωπαϊκού Νότου, όπως η Ισπανία για τα κονδύλια, αλλά και δεν παρουσίασε στις διαπραγματεύσεις ένα συγκεκριμένο σχέδιο, ένα σαφές διαπραγματευτικό πλαίσιο. Κανείς δεν γνώριζε, ποιοι ήταν ακριβώς οι στόχοι του, τι επιθυμούσε να πετύχει και κυρίως τι λέει η Ελλάδα για όλο αυτό το πλέγμα σημαντικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι πως αν δεν επιτευχθεί σύντομα συμφωνία για τα δημοσιονομικά και αυτή μεταφερθεί για το 2006 τότε οι επιπτώσεις για την Ελλάδα θα είναι δυσμενέστερες. Για παράδειγμα, θα χρησιμοποιηθούν μεταγενέστερα στατιστικά στοιχεία, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο αριθμός των περιφερειών της χώρας μας που δεν θα είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από τον «Στόχο Σύγκλισης» και αυτό σημαίνει ακόμα δραστικότερη περικοπή του ήδη συμπιεσμένου Δ΄ Κ.Π.Σ. Επίσης μια συμφωνία της τελευταίας στιγμής, δεν θα επιτρέψει στην Διοίκηση να προχωρήσει σε έγκαιρο σχεδιασμό και υλοποίηση των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία, με αποτέλεσμα την πρόσθετη απώλεια πόρων. Τέλος θα αυξάνονται όλο και περισσότερο οι πιέσεις για μεγαλύτερη συμπίεση της ΚΑΠ (Κοινής Αγροτικής Πολιτικής), από τους πόρους της οποίας υπάρχει όφελος και για τον Έλληνα αγρότη.